H δεκαετία της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων άφησε ανεξίτηλο το στίγμα της κυρίως στους εργαζομένους του ιδιωτικού τομέα και τους ελεύθερους επαγγελματίες, οι οποίοι λόγω της ανεργίας και των λουκέτων στις επιχειρήσεις δυσκολεύονται σήμερα να συγκεντρώσουν τα απαραίτητα ένσημα για να βγουν στη σύνταξη.
Μάλιστα μετά την ηλικία των 50 ετών λιγοστεύουν οι ελπίδες να βρουν δουλειά, ενώ λόγω των αυστηρότερων προϋποθέσεων συνταξιοδότησης και της αύξησης των ορίων ηλικίας δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν ούτε την εναλλακτική της εξόδου με μειωμένη συνταξιοδότηση.
Σύμφωνα με έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ, το 25% των πολιτών άνω των 50 ετών, δηλαδή 1 στους 4, δυσκολεύεται να κατοχυρώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα ακόμα και με μειωμένη σύνταξη, με συνέπεια να βιοπορίζεται υποχρεωτικά με την προνοιακή σύνταξη των 400 ευρώ.
Ενας δείκτης που επιβεβαιώνει τη δυσκολία εύρεσης εργασίας είναι ότι το 23,9% δεν εργαζόταν προτού αρχίσει να λαμβάνει σύνταξη, δηλαδή προτού συμπληρώσει τις γενικές προϋποθέσεις για σύνταξη στο 67ο έτος με τον ελάχιστο χρόνο ασφάλισης των 15 ετών.
Δύο είναι κυρίως οι λόγοι που οι ασφαλισμένοι βρίσκουν κλειστή την πόρτα της συνταξιοδότησης σύμφωνα με τον τέως υπουργό και σύμβουλο ασφάλισης Γιώργο Κουτρουμάνη.
1/ Οι μισθωτοί δεν μπορούν να συγκεντρώσουν τα απαραίτητα ένσημα. Για να βγει κάποιος σε πλήρη σύνταξη πρέπει να έχει κατοχυρώσει 40 χρόνια ασφάλισης και την ηλικία των 62 ετών (12.000 ημέρες ασφάλισης) ή 15 χρόνια ασφάλισης και την ηλικία των 67 ετών (4.500 ημέρες ασφάλισης). Μόνο μία κατηγορία περίπου 30.000 ασφαλισμένων -κυρίως μητέρες ανηλίκων και ασφαλισμένοι με το καθεστώς των βαρέων και ανθυγιεινών- έχουν ακόμα τη δυνατότητα να κατοχυρώσουν δικαίωμα συνταξιοδότησης πριν από την ηλικία των 62 ετών κάνοντας χρήση των μεταβατικών ορίων. Για να χρησιμοποιήσει κάποιος μισθωτός την εναλλακτική της μειωμένης σύνταξης, μεταξύ 62-67 ετών, πρέπει να συμπληρώνει 100 ένσημα ετησίως την τελευταία πενταετία πριν από την αίτηση συνταξιοδότησης. Για να πληροί κάποιος αυτή την προϋπόθεση πρέπει να εργάζεται, κάτι που είναι δύσκολο μετά την ηλικία των 60 ετών.
2/ Περίπου 40.000 μη μισθωτοί βρίσκουν κλειστή την πόρτα της συνταξιοδότησης, καθώς οι ελεύθεροι επαγγελματίες οφείλουν στον ΕΦΚΑ άνω των 30.000 ευρώ και οι αγρότες, ασφαλισμένοι στον πρώην ΟΓΑ, άνω των 10.000 ευρώ. Μάλιστα σε χειρότερη μοίρα βρίσκονται όσοι επαγγελματίες δεν μπορούν να κλείσουν φορολογικά και ασφαλιστικά τις επιχειρήσεις τους, με αποτέλεσμα να έχουν συσσωρεύσει χρέη από την περίοδο της κρίσης που φτάνουν και στα 100.000 ευρώ.
Οι παραπάνω λόγοι, δηλαδή τα χρόνια της ανεργίας, η εργασία με ευέλικτες μορφές απασχόλησης και οι οφειλές των μη μισθωτών, αποτελούν την αιτία που έχει δημιουργηθεί χάσμα στο ύψος των συντάξεων μεταξύ του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα.
To χάσμα στις συντάξεις
Σύμφωνα με τα στοιχεία που περιλαμβάνει η έκθεση «Ηλιος» για τις νέες οριστικές συντάξεις που πληρώθηκαν τον Δεκέμβριο του 2024, η μέση σύνταξη γήρατος για τις νέες απονομές του ΕΦΚΑ από τα Ταμεία του ιδιωτικού τομέα διαμορφώνεται στα 835 ευρώ και αντίστοιχα του Δημοσίου στα 1.200-1.300 ευρώ. Δηλαδή οι συντάξεις του Δημοσίου είναι υψηλότερες κατά 365 ευρώ.
O βασικός λόγος της διαφοράς είναι ότι, ακόμα κι αν κόπηκαν τα δώρα την περίοδο των μνημονίων, οι δημόσιοι υπάλληλοι διατήρησαν ένα σταθερό επίπεδο αμοιβών με μισθολογικές ωριμάνσεις κάθε διετία χωρίς να χάνουν περιόδους από τον ασφαλιστικό τους βίο λόγω της ανεργίας ή της μερικής απασχόλησης. Ετσι, οι ασφαλισμένοι στο Δημόσιο βγαίνουν στη σύνταξη κατά μέσο όρο με 37 χρόνια ασφάλισης και με υψηλότερες αποδοχές από τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα.
Αντίθετα, ο ασφαλιστικός βίος των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα στιγματίστηκε από περιόδους ανεργίας, ενώ για πολλά χρόνια, από το 2012 έως το 2024, είχαν παγώσει οι τριετίες, με αποτέλεσμα να μειωθούν οι αποδοχές που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό της σύνταξης.
Διαφορετικούς κινδύνους αντιμετωπίζουν οι μη μισθωτοί, οι οποίοι, επιλέγοντας να ασφαλίζονται σε ποσοστό 90% στη χαμηλότερη και φθηνότερη ασφαλιστική κατηγορία, δεν μπορούν να προσδοκούν σύνταξη υψηλότερη των 900 ευρώ ακόμη και με 40 χρόνια ασφάλισης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΦΚΑ και της Eurostat (Ageing Report Group 2024), σήμερα η πραγματική ηλικία συνταξιοδότησης στην Ελλάδα είναι κατά μέσο όρο τα 63,8 έτη για τους άνδρες και τα 63,7 για τις γυναίκες, ενώ τα επόμενα χρόνια, με την ωρίμανση του νόμου του 2015, η μέση ηλικία συνταξιοδότησης αναμένεται να αυξηθεί.
Αλλωστε, σε δύο χρόνια θα βρεθεί και πάλι στο προσκήνιο η αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης στη χώρα μας εξαιτίας της πίεσης που ασκούν το Δημογραφικό, η γήρανση του πληθυσμού και η αύξηση του προσδόκιμου ζωής.
Το θέμα θα τεθεί στο τραπέζι το 2027 με βάση τη μελέτη της Αναλογιστικής Αρχής η οποία εκπονείται κάθε τρία χρόνια και θα αποτυπώσει, όπως δείχνουν τα στοιχεία, αύξηση του προσδόκιμου ζωής αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο για επανεξέταση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης.
Πηγή: https://www.newmoney.gr